difficulty$21245$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

difficulty$21245$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Difficult; Difficulties; Difficulty (disambiguation)

difficulty      
n. δυσκολία

Ορισμός

Difficulty
·noun A controversy; a falling out; a disagreement; an objection; a cavil.
II. Difficulty ·noun Embarrassment of affairs, especially financial affairs;
- usually in the plural; as, to be in difficulties.
III. Difficulty ·noun The state of being difficult, or hard to do; hardness; arduousness;
- opposed to easiness or facility; as, the difficulty of a task or enterprise; a work of difficulty.
IV. Difficulty ·noun Something difficult; a thing hard to do or to understand; that which occasions labor or perplexity, and requires skill and perseverance to overcome, solve, or achieve; a hard enterprise; an obstacle; an impediment; as, the difficulties of a science; difficulties in theology.

Βικιπαίδεια

Difficulty

Difficulty or Difficult may refer to:

  • A problem
  • Degree of difficulty, in sport and gaming
  • Counter-majoritarian difficulty, in legal theory
  • Difficult, Tennessee, a community in the United States
  • "Difficult" (song), by Uffie
  • Hill Difficulty, a fictional place in the 1678 Christian allegory The Pilgrim's Progress